Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008

Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια

Σήμερα γράφουν οι αναγνώστες. Από την ηλεκτρονική μου σελίδα ανασύρω από τα σχόλια, το διάλογο. Πόσα σκισμένα γραφτά θα μπορούσαν να είναι αριστουργήματα αν δεν υπήρχε ο φόβος να εκτεθούμε. Έχει και τα καλά του το διαδίκτυο. Σε μια προσπάθεια να ανοίξει το παιγνίδι δημοσιεύω τον αντίλογο για το προτελευταίο κείμενο αυτής εδώ της στήλης.
ΟΧΙ ! ΔΕΝ ΤΟ ΔΕΧΟΜΑΙ ! ούτε η αγάπη γέρασε, ούτε η καρδιά μας άσπρισε ! Μονό που να, γέμισε με πολλά χρώματα και (επειδή δεν βλέπουμε πλέον πολύ καλά ) δεν τα διακρίνουμε! Κάθε αγάπη, κάθε ανάμνηση, κάθε πίκρα, κάθε πόνος, κάθε απογοήτευση, και ένα χρώμα και όλα αυτά ένα συνονθύλευμα, ένας κυκεώνας χρωμάτων και σχεδίων στο μυαλό μας! Ένας γαλαξίας εντυπώσεων και εμπειριών, που κατοικοεδρεύουν και στριμώχνονται μέσα στα αγγεία της καρδιάς μας ! Έρχονται χωρίς πρόσκληση, μας πονούν γλυκά, και ξαναφεύγουν! Όμως, είναι αυτές οι ίδιες αναμνήσεις που πριν κάποια χρόνια έκαναν τα νεύρα μας κάγκελο ! Είναι αυτοί οι ίδιοι έρωτες που μας έκαναν να σκυλιάζουμε από το κακό μας ! Είναι αυτές οι ίδιες στιγμές που έκαναν πριν χρόνια, τους ώμους μας να κυρτώνουν και είναι το πρίσμα που θα χρησιμοποιήσουμε για να διασπάσουμε σε χίλια-μύρια κρυφά χαμόγελα τις όμορφες στιγμές που περάσαμε. και τις κακές και τις δύσκολες ! Τελικά, "χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μονό τρόπο να κοιτάνε !»
Υ.Γ.
Δεν νομίζω ότι έχεις και πολλά να ζηλέψεις από τον νεαρό της φωτογραφίας....
«Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, άντε να υποχωρήσει λίγο το φως τους. Αλλά το πρόσωπο...Α, το πρόσωπο! Δύσκολα τα πράγματα. Το πιθανότερο να διατρέχεται από τους δρόμους που πήρε όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, στροφές ανηφόρες, ξέφωτα και νύχτες, νύχτες χωρίς...Αυλάκια θα έχουν γίνει, διακριτικά ενδεχομένως, αλλά ταυτόχρονα και αποκαλυπτικά. Χάρτης της ζωής το πρόσωπο.. γραμμένα όλα ανάγλυφα. Ευτυχίες και πληγές, ματαιώσεις και αφίξεις, αγκαλιές και φονικά.
Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο που υποχωρεί λίγο το φως τους, για να μη ζηλεύουμε...
Γράφεις πολύ ωραία, όπως επίσης ξέρεις και να παρηγορείς...»
Ναι, το πρόσωπο ! όπως πολύ σωστά λένε, ο καθρέφτης της ψυχής Εκείνο το μέτωπο που σε κάθε χαράδρα του βρίσκεις τόσες και τόσες έννοιες , τόσα ερωτηματικά χωρίς απαντήσεις !Και τα μάτια με κείνη την υγρασία πάντα στην άκρη τους, που όταν βγαίνει προς τα έξω εύκολα διακρίνουμε τα ποτάμια από παράπονο και πόνο που χαρακώνουν τα μάγουλα . Όταν όμως χύνεται προς τα μέσα, τότε πρέπει να σκύψουμε πολύ βαθιά να βρούμε που καταλήγει, και να ρουφήξουμε ότι έχει απομείνει, μην φτάσει στην καρδιά, και μείνει εκεί και την παγώσει ! Αλλά το στόμα ! Ω ! Αυτά τα χείλη ! κάθε κύτταρο τους και μια ιστορία ! κάθε χαραματιά τους και ένα φιλί ! κάθε καμπύλη τους και μια λέξη, που ειπώθηκε ή πολεμάει χρόνια να βγει ! Πόσο μου αρέσει να παρατηρώ τα χείλη των ανθρώπων ! Εκεί καταφέρνω και τους διαβάζω ! Το σχήμα τους δείχνει πολλά από το χαρακτήρα, με χαμόγελο ή όχι, βλέπεις τον άλλο να γελά ή να πονάει, ν’ αναρωτιέται ή ν’ απαρνιέται. Έχουν τόση δύναμη τα χείλη, που καμιά φορά με τρομάζει ! Ευτυχώς που υπάρχει και το πηγούνι, να γλυκαίνει το τελείωμα του προσώπου, ν’ απαλύνει τις γραμμές, να ολοκληρώνει τις διαδικασίες !
Ναι, το πρόσωπο .... !
Τι ωραία που γράφουν οι αναγνώστες…

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2008

Μαs έμεινε η ευαισθησία

Πολύς λόγος για τις καταλήψεις των Λυκείων. Ένα παλαιότερο κείμενο, απάντηση σε όσους αντιδρούν.
Τις ηλιόλουστες μέρες του χειμώνα δεν τις αφήναμε να πάνε χαμένες. Ήταν καιρός για παιγνίδι, το σπίτι δε μας χωρούσε. Μαζευόμαστε στην γειτονιά και « κάναμε το διάολο τέσσερα». Παίζαμε τους μεγάλους με φαντασία ζηλευτή.
Κυριακή πρωί. Τα παιδιά μου καθηλωμένα στον καναπέ, παρακολουθούν, τα παιγνίδια των άλλων. Αλλόκοτοι ήρωες, τους στερούν τη φαντασία και τους κλέβουν την ενεργητικότητα. Τρομακτικά όντα τα υποχρεώνουν σε αδράνεια στερώντας τους το δημιουργικό παιγνίδι.
Δεν λέω είναι άλλες εποχές, ανησυχώ όμως. Πως χωρίς το λαχάνιασμα του «κυνηγητού», θα τρέξουν αργότερα στον μαραθώνιο;.
Όταν στο «κλεφτές και αστυνόμους» καταθέταμε την τελευταία ικμάδα της αντοχής μας. Όταν στο ατελείωτο κυνηγητό μας «έπιανε η σπλήνα». Όταν στα παιγνίδια χωρίς παιγνίδια, επιστρατεύαμε το Μάξιμου της φαντασία μας, για να μπορέσουμε αργότερα να κατανοήσουμε τους πραγματικούς ήρωες. Πως τώρα αυτά τα παιδιά με εικόνες από το πουθενά, θα σταθούν στη σκληρή πραγματικότητα που τα περιμένει;
Όταν αργότερα παίζαμε πραγματικό κυνηγητό με την αστυνομία σε έξοδο αφισσοκόλλησης είχαμε την σχετική εμπειρία. Όταν χρειάστηκε να ξεχωρίσουμε τους ήρωες που είχαν χάσει τη μάχη είχαμε όλες τις προϋποθέσεις. Τώρα με τις αλλόκοτες εικόνες των ηρώων, που τα καταφέρνουν σε κάθε δυσκολία, πως θα αποκτήσουν την ευαισθησία τα παιδιά; Εκείνη την ευαισθησία που μας άφησαν οι ηττημένοι μάρτυρες της αριστερές.
Ο μεγάλος μου γιος συμμετέχει στην κατάληψη του Λυκείου. Τον ρώτησα τον λόγο και μου απάντησε γενικά «για τα μέτρα Αρσένη». Πάλι καλά. Να ένα δημιουργικό παιγνίδι. Ένα διάλλειμα από το λήθαργο της τηλεόρασης και του διαδιχτύου. Ένα διάλλειμα από την αποστήθιση της ανούσιας παιδείας.
Ας μην ξέρουν οι μικροί μαθητές γιατί κάνουν κατάληψη, τώρα που το σκέφτομαι ούτε εμείς ξέραμε γιατί κολλάγαμε αφίσες, τουλάχιστον παίζουν πραγματικά και αυτό ίσως είναι το μεγάλο κέρδος .
Δεν πρόκειται να καταφέρουν τίποτα οι μαθητές, όπως δεν καταφέραμε τίποτα και εμείς. Ούτε ο Γαλλικός Μάης, ούτε το Πολυτεχνείο, ούτε οι αγώνες της αριστεράς μπόρεσαν να ανατρέψουν την κατάσταση.
Κάτι μας έμεινε όμως. Μας έμεινε η ευαισθησία, αυτό κερδίσαμε απ’ αυτή την πορεία μέσα στο χρόνο. Οι μαθητές μπορεί να χάσουν κάποια μαθήματα απ’ αυτά που δεν παίζουν και βασικό ρόλο στην ζωή τους, θα κερδίσουν όμως τη συμμετοχή σε κάτι ιδιαιτέρα ελκυστικό, που θα τους βοηθήσει να διακρίνουν εκείνουν τους ήρωες που βγήκαν ηττημένοι..

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008

Ω γλυκύ μου έαρ


Όταν ανοίξει αυτή η κουβέντα δεν έχει τελειωμό. Περί έρωτος και σήμερα ο λόγος και είναι οι στιγμές, που όπως ορθά επισημαίνει η αναγνώστρια. «…Όμως μην ξεχνάμε ότι ο κάθε περασμένος - αλλά όχι ξεχασμένος - έρωτας, αποτυχημένος ή όχι, μας άφησε το στίγμα του ! Μας άφησε την γλύκα και την πίκρα του περάσματος του από την ζωή μας…» Η γλύκα της Μεγάλης Παρασκευής του 1972, επίστρωση από μέλι, στις αποθήκες της ψυχής μου. Αν το Τζουκ - μποξ είχε σε δισκάκι το «Ω γλυκύ μου έαρ…γλυκύτατόν μου τέκνο, που έδει σου το κάλος…» το χαρτζιλίκι μου, μόνο γι’ αυτό θα ήταν διαθέσιμο, να παίζει και ξαναπαίζει για να μου δίνει φτερά και να κόβω βόλτες στον αέρα. Θυμάμαι έσπασα το πένθιμο κερί που φάνταζε αναστάσιμη λαμπάδα όταν τα παιδικά βλέμματα συναντηθήκαν, ενώ θα επέτρεπε να κοιτάζουν ταπεινά προς τα κάτω, τι στιγμή, που ο παπάς θυμιάτιζε. Και ξαφνικά αυτή η ιερή ζεστή σιωπή, η ντυμένη μόνο ανάσες και συρίγματα και μυρωδιές αγγελικές μεταμορφώνεται…Ξαφνικά ρίχνεται με πάθος στην ανθρώπινη φωνή και σκιρτά έναν …έρωτα…, ένα πάθος δυνατό που προκαλεί ρίγος…, αμηχανία, τρέμουλο, βιαστικό χτύπο στην καρδιά… Μια μελωδία…τι μελωδία…τι ήχοι ακούγονται…τι στίχοι…Λόγια που σίγουρα γεννήθηκαν μονομιάς,… μέσα σε μια στιγμή σα χείμαρρος, χωρίς σκέψη, χωρίς επιφύλαξη, χωρίς σκοπό…Λόγια που μόνο το πάθος της ψυχής γεννά…
Ω γλυκύ μου έαρ…γλυκύτατόν μου τέκνο, που έδει σου το κάλος..»
Γιατί λέτε με απασχολεί ο χρόνος; Είναι το βάρος, που μεγαλώνει και ώμοι που αδυνατίζουν. Μακάρι και το μυαλό να μπορούσε να σβήσει τα ένδοξα χρόνια της νεότητας μας και να προσαρμοστεί στην σκληρή πραγματικότητα. Όμως ζηλεύει τις στιγμές εκείνες και επιχειρεί που και που να τις ξαναζήσει. Κάθε απόπειρα και μια ανώμαλη προσγείωση, γιατί μπορεί να υπάρχουν και έρωτες γεροντικοί, αυτοί όμως συμπληρώνουν τη λίστα των ασθενειών, που έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνιση τους. Η απογοήτευση μεγαλώνει, όταν το γεμάτο πορτοφόλι σε προτρέπει να ενισχύσεις τα όμορφα κορίτσια εξ ανατολών, μόλις το καμπανάκι κτυπήσει λήξη του πληρωμένου χρόνου, πάλι το μυαλό γυρίζει πίσω εκεί που μέτραγε η ομορφιά της νεότητας μας. Είχα διαβάσει χθες ένα άρθρο για το παλιμπαιδισμό, και θυμήθηκα την πρώτη γενιά των εντιμότατων φίλων μου, γι’ εαυτό και η παραπάνω αναφορά. Παρακάτω μια συμπλέουσα με τις απόψεις μου, σε μεταμεσονύκτια ραδιοφωνική εκπομπή.
«Καρδιά μου εγώ, μιλιά μου εγώ, παρελθόν μου εγώ, βλακεία μου εγώ. Η αποθέωση του δύο είναι το ένα και μόνο του. Μεγαλώσαμε. Δεν μπαίνει θέμα. Θυμάμαι, παραμόνευα τον ίσκιο μιας λέξης, ούτε καν τη λέξη την ίδια, για να βγάλω φτερά και να κόβω βόλτες στον αέρα. Θυμάμαι ήταν αρκετή η υποψία ενός βλέμματος, ούτε, καν το ίδιο το βλέμμα, για να τα παρατήσω όλα σύξυλα και να έρθω να φύγουμε για οπουδήποτε. Τώρα είναι αλλιώς. Άρχισαν οι μιζέριες, Και; Τι ώρα μου είπες; Δεν γίνεται λίγο αργότερα; Αν το κάνουμε αύριο πειράζει; Έλα, τα λέμε. ‘Όχι, δεν γέρασε η αγάπη. Η καρδιά άσπρισε».
..................................................................
Η φωτογραφία,για να ζηλέψω, και να προσγειωθώ επιτέλους!

Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...