Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Τι ωραία που μεγαλώνουμε



Η επανάληψη αυτή την εποχή, δημιουργεί μια στασιμότητα απαραίτητη, για να καθηλωθεί ο χρόνος  σε επίπεδα  τέτοια, που ακόμα να  μας δημιουργεί προσδοκίες.
Όσο και αν προσπαθώ να τον  ξεγελάσω ,   ξεκινώντας από το ένα,  έρχονται στιγμές μνήμης, που δεν τις αντέχω και όσο δεν τις αντέχω, μέσα τους τρέχω.
Γιατί το κάνω θέμα; Αφού τα χρόνια δεν μετράνε, η ζωή έχει σημασία και όσο υπάρχει πρέπει να είναι πλήρης, όχι ημερών, αλλά  στιγμών.
Να τον σταματήσουμε  το χρόνο δεν μπορούμε,  μπορούμε όμως, να τον ξεγελάσουμε. Από το  Μάη αρχίζει το μέτρημα. Ας γυρίσουμε στους Μάηδες που σβήναμε κεριά και ας ζήσουμε και τώρα που δεν σβήνουμε, αυτό που ξέρουμε καλά.
Με στιγμές μάθαμε να μετράμε τη ζωή μας, γιατί σε ένα χρόνο μπορείς να ζήσεις μια ζωή και μια ζωή να τη μετρήσεις με άγονες δεκαετίες.
Από το Μάη αρχίζει το μέτρημα,  και οι μνήμες  κάνουν κύκλους, γίνονται χρόνια. Αυτά είναι που μας βαραίνουν και όχι που μεγαλώνουμε.
Εσχάτως ανακάλυψα,   εδώ στου δρόμου τα μισά που έχουμε φτάσει, η στάση είναι απαραίτητη. Η αναθεώρηση, όσο και αν βλάπτει  τα δόγματα, που μας νανούριζαν, επιβεβλημένη.
Πολλές φορές, όταν ανακαλύπτω κάτι, δεν μπορώ  να κρύψω τον ενθουσιασμό μου. Και εγώ ευτυχώς αργώ χαρακτηριστικά, τόσο, που κάθε χρόνος που προστίθεται στην ηλικία μου,  σκορπά ενθουσιασμό. Σε μια προσπάθεια να συγκεντρώσω κάποιες σταθερές, η διαπίστωση ήταν καταλυτική: τίποτα δεν είναι όπως χθες, τίποτα δεν θα υπάρξει όπως σήμερα…   Γι’ αυτό,  τώρα το Μάη, που ξεκινάει το μέτρημα, από το ένα θα ξεκινήσουμε,  για να φτάσουμε και πάλι στο ένα.   «Ζω πάντα στο παρόν. Το μέλλον δεν το γνωρίζω. Το παρελθόν δεν το έχω πια. Το ένα με βαραίνει σαν την δυνατότητα των πάντων, το άλλο σαν την πραγματικότητα του τίποτα».


Για τον χρόνο και σήμερα παραμονές γενεθλίων μέχρι την επανεκκίνηση. Για το χρόνο που τον μετράμε ανάλογα με την μνήμη, για το χρόνο που αν δεν πάμε με το ρολόι, μπορεί και να μην είναι αδυσώπητος. «Και σαράντα πήγα και έφυγα», έγραφα πριν δέκα τέσσερα χρόνια  και πενήντα πήγα και έφυγα τρέχοντας, γράφω σήμερα, ψάχνοντας αλλού την ηλικία μου. Μεγαλώνουμε περιστρεφόμενοι γύρω από τον ίδιο άξονα. Δεν αλλάζουμε, ο εαυτός μας ξανά. Σε μια ισορροπία εύθραυστη και προσποιούμενη και με τη θεωρία πάντοτε στο τσεπάκι, να ντύνει την πράξη, να μας δικαιολογεί τα βήματα. Που δεν μετρήσαμε και τα κάναμε. Που όλα τα λογαριάσαμε, φοβηθήκαμε τελικά και δεν τα κάναμε, μία η άλλη!
«Με απουσίες μετράμε τον χρόνο. Με ονόματα που σβήνουμε. Με φίλους που χάθηκαν, που έγιναν ξένοι, που έφυγαν απ’ τη ζωή τη δική τους και τη δική μας. Με έρωτες που μαράθηκαν, με έρωτες που τελείωσαν άδοξα, με γεγονότα που ξεθώριασαν από το χρόνο».
Για το χρόνο και σήμερα που κάποιοι λένε ότι τρέχει, εμείς όμως εκεί, στάσιμοι, καρφωμένοι στο σημείο που το μυαλό άφησε να το παρασύρουν όλοι οι δυνατοί άνεμοι για να έχει να λέει για τα ταξίδια. Ακίνητοι και φευγάτοι. Σιγά τι είναι τα χρόνια. Αποσυμπιεσμένες στιγμές κατά μια έννοια. Αφού πρέπει να μεγαλώσουμε, ας το κάνουμε με λίγη αξιοπρέπεια.
Θυμάστε ένα κείμενο που έγραψα παλιότερα για τις ευεργετικές επιπτώσεις της πρεσβυωπίας; Ε! λοιπόν αυτή η καλπάζουσα πρεσβυωπία, που λειτουργεί σε αντιστάθμισμα του χρόνου του αδυσώπητου, σβήνει πολλά από τα μελαγχολικά σημάδια του. Αφαιρεί στα δικά μας, στραβά μάτια πολλά χρόνια που μας βαραίνουν. Στον καθρέπτη συνεχίζουμε να βλέπουμε, αφού δεν βλέπουμε, καστανά τα γκρίζα μας μαλλιά και χωρίς ίχνος ρυτίδας το δαρμένο πρόσωπο μας. Μας ενεργοποιεί τη μνήμη και αυτό είναι, μεγάλο πλεονέκτημα στην ανηφόρα της ζωής.
Σιγά σιγά μειώνουμε τις στροφές, κατεβάζουμε ταχύτητες  και απολαμβάνουμε τη διαδρομή.  Κάθε τόσο η όπισθεν σε πρώτη χρήση, με τα μάτια καρφωμένα σε αυτά που προηγήθηκαν,  για να τα βλέπει ο χρόνος και να κάνει πίσω.  Το μυαλό;   Α! το μυαλό, όπως πάντα, ανέμελο,   αφημένο να το παρασύρουν όλοι οι δυνατοί άνεμοι, για να έχει να λέει…
Ακίνητοι και φευγάτοι, σε μια λειτουργία αντιστρόφως ανάλογη, από τα βάρη, που καθηλώνουν τα πόδια σε πιο αργό τέμπο.  Για τα πόδια ήταν επόμενο, από μικρά μετρούσαν τα βήματα… ένα,  δύο, τρία… πενήντα  και βάλε,  η  συμμαχία, με το χρόνο ποτέ δεν βγαίνει σε καλό. Το μυαλό όμως  πάντα ασυμβίβαστο,  άντε  τώρα να το πιάσεις…  φορτωμένο με χρήσιμα και άχρηστα,  τρέχει με χίλια. Τρέχει και πετάει…











 


Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Χιόνι όμως ...Λειώνει

Θα συνεχίσουμε… Όχι από εκεί που μείναμε, αυτή η ιστορία δεν έχει στάσεις,  δεν κάνει διαλείμματα,  λειτουργεί όσο και η ζωή, όσο και η καρδιά. Άντε λίγο πιο γρήγορα, λίγο πιο αργά, λειτουργεί όμως. Μια φορά να  σταματήσει,  θα είναι η πρώτη. Και η τελευταία.     
Χρειάζομαι και άλλες λέξεις,  όσο και να συμπυκνώνω δεν  αρκούν.  Μπορεί το παράπονο να  τα σκέπασε όλα, μπορεί να τα πλάκωσε  με  δέκα μέτρα χιόνι, χιόνι όμως, λειώνει. Κάποια στιγμή  έρχεται ο εαυτός μου, εκείνος ο αυστηρός,  γυμνός από δικαιολογίας   και ζητάει τα άδικα του.  Απελευθερωμένος από το βάρος, με το «Εγώ» να έχει γίνει χαλκομανία, τον στήνει στα δέκα μέτρα και τον πυροβολεί, τον άλλον, εκείνον τον  οπλισμένο με παράπονο,   τον θριαμβευτή της πρώτης μάχης, τον  καλά κρυμμένο στα βάθη της μοναξιά του.  «Ο πιο καλός μου φίλος κι ο πιο κακός εχθρός μου είναι ο εαυτός μου»
Φίλος και εχθρός σε μια αέναη σύγκρουση, με την υπερβολή να θριαμβεύει. Επιστρέφουμε... Στα όνειρα μου πέτυχα τα πάντα. Η ζωή μου είναι μια διαρκής παρουσία σ’ ένα ανοιχτό παράθυρο, δεν θα μπορούσα να την περάσω χωρίς την υπόσχεση μιας άλλης. Εντάχτηκα σε μια κοινωνία και έμαθα τους κανόνες. Το πλήρωσα.
 
Κρατούσα μόνιμα μια αξιοπρεπή και αφ’ υψηλού στάση, ποτέ μου δεν αντιλήφθηκα την κρυφή μου αδιαφορία. Παίζοντας το κεφάλι μου κορώνα γράμματα, αρνήθηκα να δω της ζωής το απαιτούμενο κουράγιο. Φοβόμουν για το τέλος και το προκαλούσα. Θλιβόμουν με το χάλι της κοινωνίας και το απέρριπτα. Τρόμαζα τη μοναξιά και την ακολουθούσα. Αναζητούσα το νόημα της ύπαρξης μου και τα αρνιούμουνα όλα. Αγνόησα τη δύναμη της ευαισθησίας και όλα τα καλά πέρασα ξώδερμα, ο έρωτας, η αλήθεια, το όνειρο, η ελπίδα, η παιδική αθωότητα. Ο εαυτός μου φοβισμένος είχε κουρνιάξει κάτω από το κοινωνικό ένδυμα.
Τώρα ζω την αλήθεια, που με απελευθερώνει, αυτήν  που αναζητούσα όλα αυτά τα χρόνια μέσα από το ανοιχτό παράθυρο. Την ελευθέρια που σας έλεγα,  τη συνάντησα. Στέκομαι απέναντι στο αποσπασματικό και στην παρένθεση,  αυτά που ήθελα στην πραγματική τους διάσταση ζω!
Δεν αρκεί μια καλή διαχείριση για να εξασφαλίσουμε ποιότητα ζωής. Δεν αρκούν οι τεχνοκράτες και οι λογιστές, για να μας οδηγήσουν στην άνοιξη. Χρειάζονται ανατροπές, ρήξεις και διαταράξεις, μα πάνω απ’ όλα χρειάζεται έμπνευση και φαντασία για να ζήσουμε αληθινά.
Η ζωή μου είναι μια διαρκής παρουσία στο παράθυρο. Μπορεί να ξόδεψα χρόνια περιμένοντας, άξιζε όμως τον κόπο.

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Αυτός ο πόνος είναι και η ελπίδα μας



Λόγος αφαιρετικός όχι από τσιγκουνιά. Από ανάγκη να πούμε περισσότερα. Δυο ώρες παιδεύομαι να βάλω τρεις λέξεις στη σειρά. Τίποτα. Με παλαιότερα κείμενα ξεγελώ απουσία. Και όσο η οθόνη, παίζει παρελθόντα χρόνια, μαζεύω μαζεύω, για ταινίες προσεχώς.
Με κοκκινίζω για να μη με χάσω. Κάθε επανάληψη, ακόμα και να μην της λείπει ούτε γράμμα, δεν είναι ίδια.
Ημέρες επαναπροσδιορισμού,  αυτές  της κρίσης. Της κρίσης μιας κοινωνίας που βρίσκεται αντιμέτωπη με την εξαθλίωση. Επαναπροσδιορισμού της θέσης μας και της στάσης μας, απέναντι στον εαυτό μας πρωτίστως. Να πονέσουμε για να νοιώσουμε. Να εκπαιδεύσουμε τα αισθήματά μας, σε συνθήκες δυσκολίας, γιατί οι ευκολίες που μας μπαστάρδεψαν και μας έβγαλαν από το δρόμο των κατακτήσεων, ανήκουν στον παρελθόν.
 

Νοιώθω μέσα απ’ αυτό το κοκτέιλ συναισθημάτων, ν’ αφαιρώ εγωισμό, να μη με ακολουθούν δικαιολογίες σε κάθε απόπειρα καταλογισμού ευθυνών προς τον εαυτό μου. Να γίνομαι πιο ελεύθερος και ο αέρας της εισπνοής να φτάνει μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο.
Αυτός ο πόνος είναι και η ελπίδα μας. Και αυτή η δυσκολία, που άνοιξε δρόμους στο αδιαπέραστο χονδρό πετσί μας, να δείτε, που θα μας διώξει πολλά βάρη, από εκείνα που ευκολία μας φόρτωσε.
Αυτή είναι η ευτυχία που μας τάξανε; Χρειάζεται και  ο θυμός για να μη γίνει ο πόνος αβάστακτος. Οι εικόνες των συσσιτίων για ένα πιάτο φαΐ, ή για μια μικρή δόση εργασίας. Οι τραγικές εικόνες της αναζήτησης τροφής στους κάδους απορριμμάτων, δεν περνούν πλέον μέσα από τα τηλεοπτικά φίλτρα, που τις απομυθοποιούν, είναι μπροστά μας, σε απ’ ευθείας σύνδεση με τα μάτια μας, που δεν θέλουν να το πιστέψουν.
Και έχουμε να δούμε πολλά ακόμη  που δεν θα πιστεύουμε, δεν χρειάζεται να προσθέτουμε και άλλο βάρος. Ας πάμε μπροστά, ακόμα κι αν ο ορίζοντας είναι θολός και αβέβαιο το μέλλον.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Για μια "καθαρή" πόλη





Όταν ξεκίνησα αντίκρισα ένα ποταμό.  Σ’ αυτόν  τον τόπο, μπορεί να έλειψε το ψωμί και η ελευθέρια, το τραγούδι όμως πάντα μας ζέσταινε. Μας μεγάλωσαν τα τραγούδια,  κάποια απ’ αυτά μας σημάδεψαν, γιατί δεν ήταν μόνα τους, ήταν κομμάτι της ζωής μας. Έντυσαν γεγονότα, έβαλαν ήχο στις σιωπές, έγιναν ύμνοι προσωπικοί με αξία εθνική για τον καθένα.  Τα τραγούδια,  μας ψυχανάλυσαν, σκάλισαν μέσα μας  κάτι αδιευκρίνιστο  και χάραξαν καινούργιους δρόμους για τη ζωή.
Όταν γράφτηκε ήταν ένας ρυθμός, κάτι στο μυαλό του συνθέτη,  κάτι στο μυαλό του στιχουργού. Ύστερα, έγινε άρωμα, έγινε εικόνα, έγινε δρόμος  έγινε φιλί, έγινε  βλέμμα, έγινε συνάντηση  και χωρισμός,  έγινε πόνος και χαρά. Έγινε κομμάτι ζωής ξεχωριστό για τον  καθένα.  Έγινε επιτυχία.
Είναι δικά μας τα τραγούδια όταν φύγουν από τα χέρια των δημιουργών,  γίνονται τραγούδια της παρέας, της μοναξιά μας, της θλίψης μας. Το ίδιο τραγούδι αποκτά ξεχωριστή σχέση με το καθένα μας,  γίνεται σημάδι στο χωροχρόνο μας.  Γινόμαστε ήρωες της μουσικής και των στίχων. Είμαι εγώ ο "αλήτης" της Μοσχολιού και ο «ξενύχτης» του Μητροπάνου.  Και αυτός «αλήτης» δεν έχει καμία σχέση με τον «αλήτη» του δημιουργού.  Ο κάθε «αλήτης», ο κάθε «ξενύχτης» και όλοι μαζί που ταυτίζονται, κάνουν τελικά το τραγούδι επιτυχία.
Και είναι  μαγικό  να μπορείς  να γλεντάς τη μελαγχολία των θλιμμένων τραγουδιών. Να χορεύεις ζεϊμπέκικο  με τον «επιτάφιο» του Ρίτσου και του Θεοδωράκη.  
Είναι δικά μας τα τραγούδια, που τραγουδάμε και χορεύουμε
Tο αφήνω ημιτελές, αλλά με αναμονές για τη συνέχεια,  όταν ο χρόνος  θα το επιτρέψει. Το δημοσιεύω για να περιμένει  και να μην ξεχάσω να  πάω από εκεί που έμεινα…  



Πολλές φορές γυρίζω πίσω, για να κάνω τις αναγκαίες συγκρίσεις. Λες και δεν πέρασε ούτε μια στιγμή από αυτά που έγραφα τότε. Τα ίδια και χειρότερα. Ζούμε ένα μεσαίωνα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Θα τον ζήσουμε. Αλλά τουλάχιστον να τα λέμε, να τα γράφουμε.
Η πραγματικότητα, έχει μερικές φορές τόσο καλές ιδέες, που αρκεί να γράψεις αυτά που σου υπαγορεύει. Αρχίζω να μελετώ τον «οδηγό επιβίωσης για ένα αδιάκριτο κόσμο», έψαξα τις ασφαλιστικές δικλίδες, γιατί ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν περισσότερα για τον εαυτό μου, απ’ ό,τι εγώ ο ίδιος.
Έγραφα εδώ και χρόνια για το απεχθές πρόσωπο της δήθεν πληροφόρησης, που μοστράρει στους τηλεοπτικούς δέκτες και μπαίνει απρόσκλητα στο σπίτι μας.
«Μικροί γκεμπελίσκοι, επικίνδυνοι δικτατορίσκοι, εκτελώντας διαταγμένη υπηρεσία, απομεινάρια του φασισμού που ήξερα, δηλητηριάζουν την ζωή μας, προσπαθώντας να παρουσιάσουν την υστερία για πρόοδο και το προσωπικό για γενικό»
Ε! λοιπόν σήμερα δεν ταιριάζουν τα υποκοριστικά και τα χαϊδευτικά επίθετα. Σήμερα αποτελούν μια πραγματικότητα, όπως τα σκουπίδια που μας πνίγουν.
Ο μικρός στρουμπουλός χιτλερούλης, μεγάλωσε, δυνάμωσε, με την δική μας συνδρομή και τώρα απειλεί να μας κατασπαράξει.
Η ισχύς είναι πολλές φορές, καλός σύμμαχος της αλαζονείας, έτσι δεν διστάζουν να αλλάζουν ρόλους και ειδικότητες, από δικαστές και εισαγγελείς σε κλέφτες και αστυνόμους και εμπόρους και μεσάζοντες και νταβατζήδες.
Πως να τους αντιμετωπίσουμε; Όπως και τα σκουπίδια, «όλοι μαζί για μια καθαρή πόλη».


Να ένα δημιουργικό παιχνίδι

Με αφορμή την σύλληψη μαθητών και το σχηματισμό δικογραφίας εναντίον τους από την αστυνομία, για τις κινητοποιήσεις τους, κατά των ιδιωτικών...